|
ο игрок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово игрок? — παίχτης как с (ново)греческого переводится слово παίχτης? — игрок — αντιδραστικός — πνευμονογράφημα — εμοί — παππούδες — χαλκευτική — παρατιμονιάζω — διαπαρθενεύω — μετανοιώνω — γαλότσα — ανενδοίαστος — ίσχαιμος — διοικητικός — αρβαλάω — χάλασα — χειρώνακτας — μεσοπλεύριος — πεντάωρος — ταραγμός — κουπέ — αγγίνα — εκατονταπλάσιος |
|||