|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τελειοθήρας? — — βλαστοφόρος — λεγιωνάριος — διάτανος — συνδειπνώ — βασιλοφάγος — ανασταλτικά — μελανίνη — τρίγλωσσος — τεχνοδομή — επικροτώ — κυτταροπαθολόγος — γκρεμισιά — ζαπτιές — ποδηγετώ — χαντάκι — σίτεμα — γυναικίσιος — δυσχερώς — αποκρηά — βουνώδης — έβην |
|||