Новогреческий словарь
νοσοφόρος
νοσοφόρος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
νοσοφόρος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διαυγής
—
δρομολογώ
—
βασανισμένος
—
φινάλε
—
τρεμούλιασμα
—
δυσπαράδεχτος
—
ανασηκωτός
—
ελαφροκέφαλος
—
βούλα
—
αναγάλλια
—
γύρεψη
—
κολλογόνος
—
ταλαντούχος
—
χείρ
—
συγκατέχω
—
συγγενεύω
—
λέγομαι
—
δοξάζομαι
—
σελεμιάζω
—
γαλαντόμος
—
διανέμω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве