|
вопросительный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вопросительный? — ερωτηματικός как с (ново)греческого переводится слово ερωτηματικός? — вопросительный — πατήκι — ανεύρυνση — φίλος — καλαμαράκι — ελαφοκτόνος — εύθραυστος — μακρομάνικος — μισογύνης — προκυμαία — περιμαζεύομαι — αλατάς — πλάζω — λεπτό — αναμεμειγμένος — εγερτήριος — ανεμούρι — ανόθευτος — αλυσίδωμα — βασκανία — κασσέτα — τυφοειδής |
|||