|
заботливо воспитывать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заботливо воспитывать? — ακριβαναθρέφω как с (ново)греческого переводится слово ακριβαναθρέφω? — заботливо воспитывать — πεταχτάρι — απροαιρέτως — αποσαθρώνομαι — άτοιχος — αειφορία — αμετασχημάτιστος — χαλικοδόμος — επιλιμενάρχης — κανταράκι — υδροπονία — ερεισίνωτον — κακοφανισμένος — ζαμπαρόλα — διακοσμώ — μετανοώ — νησίδα — μύδι — κοροϊδευτικός — παντρολογώ — μικρογραφικός — οψάργας |
|||