Новогреческий словарь
μυθιστοριογράφος
μυθιστοριογράφ|ος
ο, η
романист, романистка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
романист
? —
μυθιστοριογράφος
как на
(ново)греческом
будет слово
романистка
? —
μυθιστοριογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μυθιστοριογράφος
? — романист, романистка
#
(ново)греческий словарь
—
αναγεννησιακός
—
ηλικιούμαι
—
αμπαρωτός
—
ανήσυχα
—
πορεύω
—
κατάπηγμα
—
διαστέλλω
—
εκλέξιμος
—
εκτιμώ
—
μαυροπράσινος
—
ένσφαιρος
—
α-
—
μπινιάρικο
—
πρόσχαρης
—
αντιφλογιστικός
—
μιτάρωμα
—
ωοφάγος
—
φορτηγός
—
γλυκαναλατιά
—
σποράκι
—
γλυκοπύρουνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве