|
η обвиняемая; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обвиняемая? — κατηγορουμένη как с (ново)греческого переводится слово κατηγορουμένη? — обвиняемая — δικονομία — περίσχεση — σκλήρωμα — πολυκέρι — εξαχρείωμα — ξοδιάζο — νεο- — κύανος — περιττολόγος — Αγαθόβουλος — ευλογία — διαπερώ — στερεοποιώ — ορεκτικότητα — κομπογιαννίτης — κροκωτός — αυτοσυγκράτηση — κλαίγομαι — φορτωτήρα — κριθάλευρο — χορτασμένος |
|||