Новогреческий словарь
ενδωτοσκόπιον
ενδωτοσκόπιον
το мед.
отоскоп
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отоскоп
? —
ενδωτοσκόπιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδωτοσκόπιον
? — отоскоп
#
(ново)греческий словарь
—
κουρελιάρικο
—
στρόντιο
—
άφτιαχτος
—
αλκοολικότητα
—
συστένω
—
ψιλορωτώ
—
τσιχλογέρακο
—
αλλέγρο
—
ρυζόχαρτο
—
αντλώ
—
αγλωσσοφάγωτος
—
τσουράπι
—
πνιγμός
—
ανεμοσκόρπισμα
—
μοναξιά
—
βραδυπορία
—
υπερνικώ
—
κανναβένιος
—
αργοσάλεμα
—
οστριαγάρμπης
—
εξάκτινος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве