|
το расширение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово расширение? — πλάτυσμα как с (ново)греческого переводится слово πλάτυσμα? — расширение — ξαναγεννιούμαι — δριμώνω — μονωτήρας — αερόθερμο — μοίρα — ορθοφροσύνη — αμαξοστοιχία — κοιμητηριακός — φιτιλιά — ξαντό — παραχωρώ — μίνιμουμ — επισκευαστικά — βαμβακώνας — μοσκοβολάω — καρδιοσωσμός — πονόκοιλος — εκατόχρονος — ετυμηγορία — κάντιο — έκζεμα |
|||