Новогреческий словарь
λεύγα
λεύγα
η
лье
(мера длины)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лье
? —
λεύγα
как с
(ново)греческого
переводится слово
λεύγα
? — лье
#
(ново)греческий словарь
—
καταπατητής
—
μονοθεϊστής
—
αυτοδοξάζομαι
—
ηρωολατρεία
—
λεβεντάνθρωπος
—
σύναπαρτίζω
—
αυτομαστιγώνομαι
—
ληστοσυμμορίτης
—
μίλτινος
—
ασκύλευτος
—
επίλοιπο
—
ξενοφοβικός
—
εκτελεστήριος
—
δοκιμαστήριος
—
δροσερεύω
—
μπατσιά
—
ελικωτός
—
πλάκα
—
βόρειος
—
ξεκοκκάλισμα
—
διάγραμμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве