|
Мучной #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλευρένιος? — — δυσχεραίνω — ρωσσιστί — γραμματοσημοσυλλέκτρια — ροκάνα — υπερθεματίστρια — υπερβόρειος — παρεγκεφαλιδικός — αντεπικουρία — αλάκτιστος — ατλαντικός — αλλοιόσχημος — υπερκαταναλωτισμός — ματαιόδοξος — εποχιακός — χαλαζόκοκκος — νιόφαντος — φελλομάννα — ποιητικός — μεθεόρτιο — ολολυγμός — Θρακιώτισσα |
|||