|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τιμολογιακός? — — υπόσαγμα — διαρρηγνύω — αραθυμώνω — γενναίος — έναρξη — βοτανολόγιο — μαμμόθρεπτος — υποβιταμίνωση — αβγοδάρτης — μισθοδοσία — οκταπλούς — γαριδάκι — υψώνω — ετεροειδής — σταχτιάζω — τσούνια — φαφουτιαίνω — μοσκοβολάω — εξωκομματικός — χρηματαγορά — συνειρμικός |
|||