|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μανούβρα? — — αυτοπεριφρονούμαι — δονησιθεραπεία — αυτογαμία — ανεύφλεκτος — κούτρα — αυτοπροσώπως — δενδροφθορά — νανάρισμα — προφυλακίζω — αγγειοδιαστολή — κουράνης — σταβλίτης — τυχόν — λιγδού — νηματουργείο — περιέταμον — στερεύομαι — αηδονολαλήτρα — μουχρώνω — ρουμπινής — διακουστική |
|||