|
το есть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово есть? — τουτέστι как с (ново)греческого переводится слово τουτέστι? — есть — επευφήμησις — αλεπού — άρμπουρο — εθέμην — αστοτσιφλικάδικος — θρησκοπάθεια — εγκατέστησα — ασφαλτώδης — αναθίβαλμα — μικροβιόμετρο — ονοματίζω — θεατρικότητα — μεσάζων — κοραλλιοθήρας — κερασφόρος — μάγειρος — λιμνάζω — δικαστίνα — προφορά — ζυθοποσία — πεζογραφώ |
|||