|
το отчество #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отчество? — πατρώνυμο как с (ново)греческого переводится слово πατρώνυμο? — отчество — αδιαβατικά — θερμόλουτρο — αναλλοίωτος — φαύλος — λαδόπανο — ξεκαπακώνω — δωδεκαριά — γαλειά — εναρβρώνω — Κρυπτεία — συλλογή — συνταξιδιώτισσα — αντίμετρα — γεφύρωμα — μαντάνι — τριμηνία — αινιγματικός — δυσαρμονικός — στραβοκύτταγμα — άτονος — εγγλεζοπούλα |
|||