Новогреческий словарь
μακροπαράληκτος
μακροπαράληκτ|ος
грам.
имеющий долгий предпоследний слог
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
имеющий долгий предпоследний слог
? —
μακροπαράληκτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μακροπαράληκτος
? — имеющий долгий предпоследний слог
#
(ново)греческий словарь
—
ναυλοτιμαριθμικός
—
ξανανιώνω
—
ουραίος
—
κουτεντές
—
λαμπροφορώ
—
αμπελόεις
—
ψυλλιάζω
—
εκκύβευση
—
ολόσωμος
—
περιδίνησις
—
προσεπικαλούμαι
—
λυσσιάζω
—
ημίψυκτος
—
μεσοδρομής
—
αντιμιασματικός
—
ποδοβολώ
—
γλυκοξημέρωμα
—
αξαδέρφη
—
πρωτοτάξιδος
—
λεξικογραφία
—
προεσκεμμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,