|
ο борец; боец; ~ιστές τής ειρήνης — борцы за мир; ~ιστές τής αντίστασης — участники сопротивления #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово борец? — αγωνιστής как на (ново)греческом будет слово боец? — αγωνιστής как с (ново)греческого переводится слово αγωνιστής? — борец, боец — ξηροκέφαλος — γιγάντια — ελιγκας — φιλοχρήματος — σφυγμογράφημα — φλέγμα — συνταιριάζω — αγαληνός — αναμπαίχτης — ηλιαστός — χαρτοκόπτης — αργολικός — Αϊδημήτριάτης — σύντεχνος — παρατάσσω — απονοικοκυρά — απτέρωτος — φωτογραφικός — σγουμπός — εξακολουθώ — γυροτριγυρίζω |
|||