|
η иволга (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иволга? — κιτρινοπούλα как с (ново)греческого переводится слово κιτρινοπούλα? — иволга — άναυδος — έννοια — φασολάδα — ενοφθαλμία — κασερόπιτα — εδυνήθηην — γεφυροποιία — ξεθρακίζω — καστανιά — αυτοπροσωπογραφία — αγωνιστής — Ευχαριστία — καψυλλίωσις — αφλεγής — βουβαλίσιος — νεκρικός — αερογραφία — βροχοφόρος — προσόψι — διδασκαλία — γλυκοτρέμω |
|||