|
η тарантелла #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тарантелла? — ταραντέλλα как с (ново)греческого переводится слово ταραντέλλα? — тарантелла — περιγελάω — δίψα — προπηλακίζω — βρώμιος — εναιώρημα — αδιαλυτότητα — χλωροτύρι — ανδρογόνα — μπαμπακοκάρυδο — τουρίστρια — ακμή — γναμμένος — βέμβιξ — αδιάφορος — ξαναφορμάρω — αστείος — φωσφοριζέ — θεϊστικός — ψυκτήρ — εξαλβανίζω — ισοδυναμικός |
|||