|
το саженец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово саженец? — φυτάδι как с (ново)греческого переводится слово φυτάδι? — саженец — πεντηκοντάδραχμο — συνταχθείσα — καταρρακτώδης — πλευστός — οπλοδιορθωτής — ηδυπαθής — εγκλωβίζω — αυτογνωμοσύνη — εννοιακός — πορφυρόχρωμος — γυμνοκώλης — καλόβουλος — ξετσιπωμένος — ζηλεμένος — σύντας — ρινολογία — παλαμίδα — βώτσος — ενισχυτικός — άπαυτος — αντρογυνοχωρίστρια |
|||