|
(-ιδος) η мед. гастроэнтерит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гастроэнтерит? — γαστρεντερίτις как с (ново)греческого переводится слово γαστρεντερίτις? — гастроэнтерит — μπνμπίκι — πεθερούλης — αδιαφιλονίκητα — δασωτός — συγχροτρόνιο — αστάφνιαστος — ανακυλισμός — επιγένεση — διαιτολόγος — ακράδαντος — εμμελώς — εξυγιαντικός — μικροκλοπή — αμυλόκοκκοι — απραγματοποίητος — κατευθείαν — μπιραριέρης — νευροχειρουργική — ευνοϊκός — δολλάριο — ξέγδαρμα |
|||