|
η углубление, выдалбливание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово углубление? — βάθυνση как на (ново)греческом будет слово выдалбливание? — βάθυνση как с (ново)греческого переводится слово βάθυνση? — углубление, выдалбливание — πασχαλινός — πρωτάρα — αντεξετάζω — ενενήντα — έξωση — επαναστάτρια — αμακινάριστος — αηδόνα — γουρουνότριχα — τοκετός — φρύγετρο — παροδικός — διαλυτικά — ξεσκονιστήρι — επιστολικός — κλιμακτήρ — λουμινάκι — χυδαιολόγος — απεψία — ανημέρωτος — τυπογραφω |
|||