μορφολογία

формы словаβ
μορφολογία
η в разн. знач. морфология;
          ~ τού εδάφους — рельеф



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово морфология? — μορφολογία
как с (ново)греческого переводится слово μορφολογία? — морфология


ωόγολαγιατρόςασύφταγοςσοφιστικήεύοσμοςαραβικήάνοσταφοινίκωνέγκαιρααυτοβιογράφοςχρωματοποιόςεπιτηδεύομαιμιλιόνιανακαλώμάγκαςυπερπροστατευτικάβακχευτήςπαραδεχτόςαδερφομοιράδιχιλιοευχαριστώβρεφοκόμος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit