|
η психопатология #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово психопатология? — ψυχοπαθολογία как с (ново)греческого переводится слово ψυχοπαθολογία? — психопатология — θερμοπληξία — πραγματικός — πραότητα — ρόδινος — επιτείχω — ευτροφισμός — πολιτικός — ηγεμονισμός — σκολοπίζω — πυκνόρρευστος — παρεμβατικός — δεκατευτής — δασοτόπι — μεγιστάν — σοφία — ακίνητο — ευκολοκυρίευτος — Κορεάτης — μούσκευμα — τριανταφυλλένιος — σκαμπανέβασμα |
|||