αβυσσώδης

формы словаβ
αβυσσώδης



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αβυσσώδης? —


τυμπανοκρούστηςηχοεντοπισμόςλογοτέχνημασοσιαλιστήςήθοςσιτέμαανακατεψιάρηςαναλογειονφεστιβαλικόςαναμάσησηερχομόςαστειότηταπαράβλεψηλούζωεβενουργικήανεπιτρόπευτοςεγχελοοτροφίαπλαστοπροσωπώάβλαβοςάγκουρακλειδοφύλαξ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit