|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υδρόψυξη? — — χοντρόπετσος — βάβουλας — ραδικί — έμπλεος — ακατάπειστος — επουλώνω — συνεπιβάτης — βουλκανισμένος — εύπηκτος — μιλιοδείκτης — διαμάντι — ράϊχ — αβίαστος — καλομελετώ — ζύμωμα — ελαφρόποδός — ανέκρωτος — πολύλοφος — μήνυμα — πριόνισις — σιδηρωρυχείο |
|||