|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πεταλούδισμα? — — μονοπώληση — καθήκον — τηράζω — αλατοδοχείον — μαστιχέλαιο — κουκουνάρι — εναποθηκευτής — παράβολο — ελληνομαθής — αθανασία — αμυγδαλών — αζητιάνευτα — ζαμπαρόλα — υποτονία — γόμωση — πενηντάχρονος — περιώνυμος — γαλβάνωση — αβάντσο — αντιζυγίζω — εικοσιπεντύδραχμο |
|||