Новогреческий словарь
αγουλιανός
αγουλιανός
ο
сом
(рыба)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сом
? —
αγουλιανός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγουλιανός
? — сом
#
(ново)греческий словарь
—
ησυχαστικός
—
ηχολόγημα
—
ανθήλιος
—
μολονότι
—
διαβεβρωμένος
—
τυμβωρυχίο
—
φυλάσσω
—
προϋπόθεται
—
σαπωνοποιία
—
αιμόστασις
—
λιγόψυχος
—
οσιομάρτυρας
—
μποδίζω
—
μεταμοντέρνος
—
τυφικός
—
συμφεροντολογικός
—
γωνιά
—
ταχύπους
—
αρνιούμαι
—
Αρμάνος
—
γήπεδο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,