|
η спелеология #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спелеология? — σπηλαιολογία как с (ново)греческого переводится слово σπηλαιολογία? — спелеология — εφαρμοστής — σιδηρόδρομος — απρόσοδος — αμελώδητος — πεπλεγμένος — ύδνο — πεντηκονταετηρίδα — αφωνία — μυγοσκοτώστρα — μπουκιά — γραμματοσημοσυλλέκτης — πρότυπος — χειραφεσία — συνδιδακτικός — ηλιοψημένος — ντουμπλές — αλλοφροσύνη — δικηγορώ — γιακέτα — φυλληρεφής — χρίση |
|||