Новогреческий словарь
αερομετρητής
αερομετρητ|ής
ο
аэрометр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аэрометр
? —
αερομετρητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
αερομετρητής
? — аэрометр
#
(ново)греческий словарь
—
εντοίχιση
—
παιδονόμος
—
νανοεπιστήμη
—
λιναρόσπορος
—
πρωτύτερος
—
πλησίστιος
—
εγκρύπτομαι
—
βιβλιογραφικός
—
δραγάτισσα
—
αποστόμωση
—
πουκαμισάδικο
—
μακιγιάρομαι
—
αδελφοξαδέλφια
—
πυτιά
—
ανδρούμαι
—
οδόστρωση
—
φώναγμα
—
αναπόληση
—
γιαβρί
—
καταισχύνω
—
τεσσαρακονταετής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,