|
η геенна, ад #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово геенна? — γέεννα как на (ново)греческом будет слово ад? — γέεννα как с (ново)греческого переводится слово γέεννα? — геенна, ад — σμιχτός — σκίαστρο — γλυκομματιάζω — κυφούμαι — αστήρ — ποντίλλα — μηδείς — αντανακλαστικό — κοπετός — αρμενοβελόνα — ακόρδιστος — ανάκτορο — ελαστικός — εκλάμπω — ανεβάζω — σαρακοφάγωμα — αρμονικότητα — πρόθεμα — αγέλαστος — επαΐοντες — βαριοθυμιά |
|||