|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μηχανόλαδο? — — φόβητρο — εμποροδικείο — φαλαινοθήρας — αγαλμάτινος — χωρατατζής — πώμα — γαλλοφιλία — κουρευτής — δακτυλίωση — προσθαλασσώνομαι — βρακωτός — ειρηνοδικειακός — κουλλαμάρα — αρσενοκοίτης — ξεμαυλίστρα — ψήφος — ανεμοστοιβάζει — λιβανίζω — πέτσα — ούννος — πρωτομαιάτικος |
|||