Новогреческий словарь
διεθνιστική
διεθνιστική
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διεθνιστική
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μπορντελλιάρης
—
ποδηλατικός
—
αρραβωνιαστικός
—
εμφρακτικός
—
ηδύοσμον
—
γαστέρα
—
μεριμνώ
—
λίγδα
—
ενάγουσα
—
αθαλάσσωτος
—
μήτρα
—
ταύτιση
—
παραλλαγμένος
—
τυπολατρία
—
εξάμβλωσις
—
αναγνωστήρι
—
βαλτός
—
λοίσθιος
—
ευπρεπώς
—
απαρση
—
φιλομήτωρ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве