Новогреческий словарь
σκεύασμα
σκεύασμα
το
препарат
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
препарат
? —
σκεύασμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκεύασμα
? — препарат
#
(ново)греческий словарь
—
τοπιογράφος
—
αιματικός
—
οριεντάλ
—
προγυμναστήριο
—
αντικατασκοπεία
—
δεντράκι
—
αναπηρώ
—
επωφελούμαι
—
βλοσυρότητα
—
λεμονέλαιο
—
απουργός
—
αφορμώμαι
—
κομματίδιο
—
σοβαρός
—
άσαρκος
—
ευχαριστώ
—
μελάνη
—
ξυλόσφυρο
—
Ψωροκώσταινα
—
πριόνισμα
—
καούρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве