|
αόρ. от επαναλέγω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επανείπον? — — κλειδοφύλακας — φιορίνι — μπουνταλού — υπερωκεάνιο — άλσος — εύπνοια — κυκλικότητα — φαρμακιάρα — τιμαρεύω — τρίσκοτος — υπερακουστική — λεπτόκοκκος — δύσοσμα — αμεταβίβαστος — χαρτομάντης — γνωρίζομαι — ανάμεσα — γονικά — πλακάτ — μαρκήσιος — δεκαοκταπλάσιος |
|||