αφλογιστία

формы словаβ
αφλογιστία
η осечка;
          παθαίνω ~ — давать осечку



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово осечка? — αφλογιστία
как с (ново)греческого переводится слово αφλογιστία? — осечка


κοτσύφιδιημερεύωνβομβυκοτροφείονοππορτουνιστικόςμεγαλαυχίαεφτάγεροντοπάχιαβακτηριολογικόςατελέσφοροςδυνατότητααναβλάστησηδευτερογαμίασύλλογοςχλωριασμόςφυσιογνώμωνετικέτταζωικόςπυροσβεστικόςμιναδόροςκαθολίκευσηκαρυάτιδα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit