|
η тундра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тундра? — τούνδρα как с (ново)греческого переводится слово τούνδρα? — тундра — αριθμολόγηση — δυσανασχετώ — πάσχω — κάπρος — κακοφτιαγμένος — γενολόγι — προσχεδιάζω — υδρογεωλογία — μαινάδα — πόντος — ψάξιμο — ενεργητικότητα — σιγώ — κωλομέρι — ξινό — ακατάπιαστος — εκφυλισμένος — σταλαγμένος — χωριανός — αποικοδομήσιμος — φερωνυμία |
|||