|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προφυλαγμένος? — — πένθος — παράλια — υδαρότητα — εξύφανση — εξαίρω — ενθρονιάζομαι — γαλήνεμα — λούομαι — πιτσούνι — μαμουσάγκιον — γεράνιος — απονέκρωση — ζωαρκή — θεήλατος — ντοματάκι — φιαλίδιο — αναμοχλεύω — αρθριτισμός — βουτυράκι — τουρκοκρατία — καθηγεσία |
|||