|
(-εως) η обман; объегоривание (прост.); ~ του νόμου — обход закона #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обман? — καταδολίευσις как на (ново)греческом будет слово объегоривание? — καταδολίευσις как с (ново)греческого переводится слово καταδολίευσις? — обман, объегоривание — ανίδρωση — εορτασμός — ξεβράζω — ξεμωραίνομαι — γουροονοειδής — λακές — διεκπεραιώνω — εμβρυομεμβράνα — ανίερος — κοσμογραφίκος — μπατακτσηλίκι — κρασί — θύλακος — ανθόσπαρτος — τρυφερίτσα — ευτυχίζω — γριπεύω — πέτομαι — γεμόζω — νεκράνθεμον — σκαλιστής |
|||