Новогреческий словарь
επιδημώ
επιδημώ
широко распространяться
(о заразной болезни)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
широко распространяться
? —
επιδημώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιδημώ
? — широко распространяться
#
(ново)греческий словарь
—
μορφίνη
—
αβάρετος
—
αποδοκιμασία
—
αντίστοιχος
—
μεταστάθμευση
—
ηχόμετρο
—
μικροφυής
—
ψιλολογία
—
αμυλοποιός
—
εμβολή
—
σπολάδα
—
αμετροέπεια
—
ελλειπής
—
μακελεμένος
—
φαύλος
—
μελλοθάνατος
—
αψινθέα
—
ραδιοπομπός
—
εμπλέκομαι
—
αλακάπα
—
συγκατοικώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве