|
το спорт. счёт; μέ ~ δυό μηδέν — со счётом два ноль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово счёт? — σκόρ как с (ново)греческого переводится слово σκόρ? — счёт — άκαμπτος — σαλαγάω — καολίνης — τουλούπα — ζαχαροποιία — ευστοχία — επανάθεση — μεγαληγορώ — πικροκυματούσα — τριγωνομετρω — λεόπαρδος — δύσοψος — νοσοκομειακός — τρυπανισμός — ακρεοφαγία — κυνοδρομία — διθύραμβο — ανεπίψογος — γυψουργία — αιχμαλωτισμός — διατύπωμα |
|||