|
нелинованый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нелинованый? — αράδωτος как с (ново)греческого переводится слово αράδωτος? — нелинованый — γυναικίζω — αραχνιά — ρεγχασμός — χρωματοθήκη — έγγειος — αποχαυνωτικός — καλλιέργεια — μποτίλια — σκιτζίδικος — συνταραχτικός — δοξοπηγή — νηστεύτρια — συνταγματικά — μπαχτσεβάνος — πολυξακουσμένος — απαλλοτριωτικός — κυπρινοτροφία — χαλινός — ακίς — ενδόζωα — παρηγορίητής |
|||