Новогреческий словарь
αυτοσχεδιαστής
αυτοσχεδιαστ|ής
ο
импровизатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
импровизатор
? —
αυτοσχεδιαστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοσχεδιαστής
? — импровизатор
#
(ново)греческий словарь
—
ανοιξιάτικα
—
χιλιαναθεμένος
—
κινητικός
—
τσεμπέλι
—
ανεπίγραφος
—
αναβράω
—
σχέδιο
—
ομόζυγος
—
διασκεδαστής
—
μύξα
—
λαδικό
—
—
αθλοθέτης
—
στηθοχτυπιέμαι
—
καυχησιολογία
—
έξωθεν
—
μεταχύνω
—
τσιγκλάω
—
προνοητικότητα
—
ελεεινώς
—
ερασιτεχνικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве