|
η бот. мальва #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мальва? — μαλάχη как с (ново)греческого переводится слово μαλάχη? — мальва — αντιφεγγίζω — βαστάζω — πάνδημος — πλάγι — επτακισχίλιοι — ανεμομιλώ — ατέρμονας — μαργιόλος — σταξιά — μάζωξη — αμμάστος — παιδόφιλος — δοξασμός — σακκολαίφη — αντιπαραβάλλω — αινιγματώδης — απελπίζω — πυροβολείο — καβαλλαρία — φιλοδωρώ — ρέκασμα |
|||