|
η трещина (на коже) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трещина? — σκασιματιά как с (ново)греческого переводится слово σκασιματιά? — трещина — πλιατσικολόγος — σκλάβος — γαργάρισμα — αβούτηχτος — κοιμητήριο — γόος — κυοφορώ — κυλίνδρωση — ορθώς — λιπαντικός — συμμαθήτρια — διδασκαλική — φιλοξενούμενος — καραβόπανο — νόρια — διεπάγην — αδραχτά — ιστιόπανο — μεμβράνιο — δακτυλοδειχτούμενος — γραμμοσύρτης |
|||