Новогреческий словарь
χασάπης
χασάπης
ο прям., перен.
мясник
;
χειρουργός είναι αυτός η ~; — [phrase]хирург он или мясник?[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мясник
? —
χασάπης
как с
(ново)греческого
переводится слово
χασάπης
? — мясник
#
(ново)греческий словарь
—
ανυπομονώ
—
αρωματοποιία
—
προκατειλημμένος
—
νεκροφόρα
—
καμίνιαρης
—
πλατωσιά
—
μουνούχος
—
μέμφομαι
—
αστερεοποίητος
—
λακωνικότητα
—
ζαλώνω
—
δημοκρατίζω
—
βεργινάδα
—
ηλεκτροποιώ
—
καρκαδιάζω
—
αποχείμωνο
—
φύρδην
—
βουτροφία
—
γκρεμίζομαι
—
αμάρευμα
—
αριθμούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве