|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποπληθωρισμός? — — δανειστήριο — δίκαννος — παρλάρω — αγκλούτσα — εμίρης — τσόχα — λυπηρός — οστεωδυνία — οινοχόος — ευπαρουσίαστος — ενδιαίτησις — γροθοκοπάνημα — αζαχάρωτος — μάλαγμα — αλευροπολτός — κοινωνιολογία — ωρολόγι — διάσελα — ηχηρός — αδενίτιδα — αναλαμπή |
|||