Новогреческий словарь
αρετσίνωτο
αρετσίνωτο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρετσίνωτο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μικροχειρουργική
—
υδρομασάζ
—
προβατοκομία
—
καλορί
—
υπόταση
—
ψιλοκόβω
—
αποκρατώ
—
πανηγυριώτισσα
—
αδιατρύπητος
—
σποραδικός
—
ακώλυτος
—
αμφοτεροβαρής
—
αμφικίνητος
—
λιχνεύομαι
—
εποχή
—
αξιοκατηγόρητος
—
ανθότυρος
—
κοινόλεκτος
—
βόλι
—
ψαλιδίζω
—
δεκαεπταετία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве