|
το жасмин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жасмин? — γιασεμί как с (ново)греческого переводится слово γιασεμί? — жасмин — κρυόμπλαστρο — μαρκάλισμα — νοσώδης — τρυγητής — ανακαγχάζω — φωταγώγιο — παρακελευστικός — κακοαναθρεμμένος — ντεφορμέ — κρεοφαγία — διαπνοή — χαμόγι — λατινόφρων — κελαϊδοπουλί — αραβοϊσραηλινός — εξώπορτα — αδιάσωστος — τρίστρατο — δράπανο — μαγνητοθεραπεία — ανθί |
|||