Новогреческий словарь
τεζάκι
τεζάκι
το
прилавок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прилавок
? —
τεζάκι
как с
(ново)греческого
переводится слово
τεζάκι
? — прилавок
#
(ново)греческий словарь
—
εκκλησάκι
—
οβελίσκος
—
φερετζές
—
Μετεωρίτης
—
παραπέρα
—
παρασημαντική
—
προγραφή
—
δίστιγμα
—
καμηλόσουπα
—
δραματοποιημένος
—
θυμητικό
—
δορστοφόρος
—
εγχειρώ
—
υστεροχρονολογία
—
οπλοφόρος
—
χειροκομία
—
μελαμβαφής
—
τουλούμπα
—
ταμπόν
—
πορτάκι
—
κολοκυθόσπορος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве